Χωρίς καταλογογράφηση τα περισσότερα ελληνικά χειρόγραφα – Το παράδειγμα, προς μίμηση, της Βιβλιοθήκης της Κοζάνης

Νοεμβρίου, 06 2017

Η καταλογογράφηση χειρογράφων σε συλλογές ανά την Ελλάδα, είναι ένα από τα βασικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η παλαιογραφική επιστήμη, μαζί με την προσβασιμότητα των ερευνητών στα σημαντικής πνευματικής αξίας αυτά αντικείμενα.

Όπως διαπιστώθηκε στη διάρκεια ημερίδας που πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη από την Ελληνική Παλαιογραφική Εταιρεία, με αφορμή την συμπλήρωση 20 χρόνων λειτουργίας της, το μεγαλύτερο μέρος των χειρογράφων παραμένουν ακαταλογογράφητα, αν και τα τελευταία χρόνια έχουν ξεκινήσει οι διαδικασίες, κάτι που θα εγγυάται τόσο την ιδιοκτησία του κατόχου, όσο και την ασφάλεια των χειρογράφων, που πλέον θα μπορούν να ταυτοποιούνται ή να εντοπίζονται, σε περίπτωση κλοπών.

«Υπάρχουν πολλές ακαταλογογράφητες συλλογές χειρογράφων ή καταλογογραφημένες με παλιό τρόπο, που δεν εξυπηρετεί σήμερα. Αυτό είναι ένα πρόβλημα, όπως επίσης και η προσβασιμότητα των ερευνητών» ανέφερε στο Αθηναϊκό Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΠΕ-ΜΠΕ) ο πρόεδρος της Ελληνικής Παλαιογραφικής Εταιρείας, Ευθύμιος Λίτσας.

Σύμφωνα με τον ίδιο, στην Θεσσαλονίκη υπάρχουν 160 χειρόγραφα, όλα πλέον καταλογογραφημένα, τα οποία βρίσκονται σε συλλογές του Πατριαρχικού Ιδρύματος Πατερικών Μελετών, στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού (ΜΒΠ) και στην βιβλιοθήκη της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, όπου ανακαλύφθηκαν εννέα καινούργια χειρόγραφα.

«Ένα πολύ σημαντικό χειρόγραφο, από παλαιογραφική άποψη, είναι ένα Ευαγγέλιο που υπάρχει στο ΜΒΠ, γραμμένο με κεφαλαία γράμματα (μεγαλογράμματη γραφή) και είναι του 9ου αιώνα. Υπάρχουν και άλλα σημαντικά για το περιεχόμενό τους, πολύ μεταγενέστερα, στη μονή Βλατάδων (διαθέτει 100 χειρόγραφα, εκ των οποίων τα 93 είναι καταλογογραφημένα), που έχουν σημαντικά κείμενα, που όμοιά τους δεν βρίσκουμε σε άλλα χειρόγραφα» είπε ο κ. Λίτσας.

Το παράδειγμα της Βιβλιοθήκης της Κοζάνης

Εντός του τρέχοντος έτους, ξεκίνησε στην Βιβλιοθήκη της Κοζάνης ένα πρόγραμμα επιστημονικής καταλογογράφησης, για τα 400 χειρόγραφα της περιοχής, τα περισσότερα από τα οποία χρησιμοποιήθηκαν στα σχολεία, από το τέλος του 17ου αιώνα μέχρι και αρχές 20ου.

Περιλαμβάνονται απλά γλωσσικά μαθήματα, πρωτότυπο και μετάφραση αρχαίων ελληνικών και βυζαντινών κειμένων, ασκήσεις γραμματικής-συντακτικού, χειρόγραφα φιλοσοφικά με σχόλια, που διδάχθηκαν στον 18ο αιώνα, όπως επίσης επιστημονικά κείμενα (πχ μεταφράσεις του Βούλγαρη και των λογίων της εποχής του Διαφωτισμού).

«Τα χειρόγραφα αυτά αποτελούν καθρέφτη της εξέλιξης και του επιπέδου της παιδείας, από τα μέσα του 17ου αιώνα μέχρι και τον 19ο αιώνα. Μας ενδιαφέρει να δούμε πότε χρησιμοποιήθηκε το καθένα και για ποιο σκοπό, για να δούμε την ιδεολογική εξέλιξη μέχρι την επανάσταση» ανέφερε ο διευθυντής Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών, Χαρίτων Καρανάσιος.

Σύμφωνα με τον ίδιο, το έργο αφορά την αναλυτική περιγραφή κάθε χειρογράφου, ενώ ο τελικός κατάλογος θα τηρεί τα διεθνή πρότυπα της παλαιογραφίας. Μέχρι στιγμής έχουν καταλογογραφηθεί τα πρώτα 100, ενώ η διαδικασία αναμένεται να ολοκληρωθεί τα τέλη του επόμενου έτους.

Ιδιαίτερης σημασίας είναι έντυπα με εξώφυλλο περγαμηνή, του 10ου -11ου  αιώνα, αλλά και Ευαγγελιστάρια, δηλαδή περικοπές Ευαγγελίων του 1022. «Έχουμε πολλά επιστημονικά και φιλοσοφικά που ανήκουν σε συγκεκριμένους λόγιους της Κοζάνης, επικεντρωμένα στην περιοχή της δυτικής Μακεδονίας και μέσα από αυτά βρίσκουμε όλο το πνευματικό πλαίσιο που υπάρχει στην περιοχή» είπε.

Στην Κρήτη, σχεδόν το 50% των περίπου 200 χειρογράφων παραμένουν ακαταλογογράφητα, ωστόσο η διαδικασία βρίσκεται σε εξέλιξη. Σύμφωνα με τον επίκουρο καθηγητή Βυζαντινής Φιλολογίας του πανεπιστημίου Κρήτης, Μανόλη Πατεδάκη, το παλαιότερο που έχει εντοπιστεί είναι του 11ου αιώνα και πρόκειται για μία Καινή Διαθήκη με σχόλια. Υπάρχουν ωστόσο και άλλα, με ιστορικό περιεχόμενο, που δείχνουν το κλίμα της ύστερης βενετοκρατίας και της οθωμανικής περιόδου στην Κρήτη.

ΑΠΕ-ΜΠΕ